Επιστήμονες ισχυρίζονται πως τα χάρτινα καλαμάκια είναι επιβλαβή.
Μια ομάδα Βέλγων επιστημόνων ισχυρίζεται πως τα χάρτινα καλαμάκια που χρησιμοποιούνται για να πίνουμε τον καφέ μας ή το ποτό μας είναι επιβλαβή και για το περιβάλλον και για τον άνθρωπο.
Πιο συγκεκριμένα οι επιστήμονες ερεύνησαν τα καλαμάκια 39 μαρκών για τυχούσα ύπαρξη των συνθετικών ουσιών που ονομάζονται RFAS.Τονίζεται πως οι ουσίες αυτές αριθμούν περίπου τις πέντε χιλιάδες και χρησιμοποιούνται στην παρασκευή ποικίλων προϊόντων διότι θεωρούνται ανθεκτικές στο νερό στη θερμότητα και στους λεκέδες.
Παρόλα αυτά οι RFAS διασπώνται μετά από πολλά χρόνια και συνδέονται με την ύπαρξη προβλημάτων υγείας όπως χαμηλότερη απόκριση στα εμβόλια, χαμηλότερο βάρος γέννησης, νόσους του θυρεοειδούς, αυξημένα επίπεδα χοληστερόλης, ηπατική βλάβη, καρκίνο των νεφρών και καρκίνο των όρχεων.
Η βελγική ερευνητική ομάδα ήλεγξε καλαμάκια που κατασκευάζονται από πέντε διαφορετικά υλικά, πιο συγκεκριμένα από χαρτί, μπαμπού, γυαλί, ανοξείδωτο ατσάλι και πλαστικό. Τα αποτελέσματα της έρευνας δείχνουν ότι τα χάρτινα καλαμάκια αλλά και τα καλαμάκια που είναι φτιαγμένα από μπαμπού περιείχαν τις περισσότερες ποσότητες RFAS.
Μάλιστα ανιχνεύθηκε πιο συχνά από όλες η ουσία RFOA που έχει απαγορευτεί από το 2020. Συχνή ήταν και η εμφάνιση των ουσιών TFA και TFMS που είναι υδροδιαλυτές και μπορούν να εισχωρήσουν σε ποτά.
Η ύπαρξη των RFAS στα χάρτινα καλαμάκια δεν είναι έντονη σύμφωνα με τους Βέλγους επιστήμονες. Όμως εισχωρούν στο ανθρώπινο σώμα και η συγκέντρωσή τους αυξάνεται αθροιστικά με την πάροδο του χρόνου. Για αυτόν τον λόγο οι Βέλγοι επιστήμονες προτείνουν την απόσυρση των χάρτινων καλαμακιών από την αγορά και την αντικατάστασή τους με αυτά που παράγονται από ανοξείδωτο χάλυβα.
«Τα καλαμάκια από φυτικά υλικά, όπως το χαρτί και το μπαμπού, συχνά διαφημίζονται ως πιο βιώσιμα και φιλικά προς το περιβάλλον από αυτά που κατασκευάζονται από πλαστικό. Ωστόσο, η παρουσία PFAS σε αυτά τα καλαμάκια σημαίνει ότι αυτό δεν είναι απαραίτητα αλήθεια. Μικρές ποσότητες PFAS, αν και δεν είναι επιβλαβείς από μόνες τους, μπορούν να προσθέσουν στο χημικό φορτίο που υπάρχει ήδη στο σώμα» αναφέρει πιο συγκεκριμένα ο ερευνητής Δρ. Τίμο Γκρόφεν, περιβαλλοντικός επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο της Αμβέρσας, μέλος της ερευνητικής ομάδας.
Πηγή Naftemporiki.gr